ΑΝΑΠΑΝΤΗΤΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ
της Έφης Χαϊμάνη
….1:15 τη νύχτα ….δεύτερος μήνας νυχτερινή βάρδια ….περισσότερα χρήματα δηλαδή. Ακούω ειδήσεις για περικοπές μισθών, περικοπές σε παροχές υγείας και αναρωτιέμαι…
Τί θα γίνουμε? Πώς θα πορευτούμε? Πώς θα μπορέσουμε να τα βγάλουμε πέρα? Αναπάντητα ερωτήματα γεμίζουν το μυαλό μου. Βλέπεις τέτοιες ώρες και όταν ειδικά
χρειάζεται να μείνεις ξύπνιος, έρχονται στο νου όλα τα θέματα που αποφεύγεις μανιωδώς να σκεφτείς κατά τη διάρκεια της ημέρας, μόνο και μόνο για να μην μπλοκάρεις.
Ερχόμενη με το μετρό σήμερα για να φτάσω στην εργασία μου, είδα δύο νέα παιδιά να κάνουν «χαζομάρες» μέσα στο βαγόνι. Φώναζαν, γελούσαν δυνατά, πείραζαν τον διπλανό τους (η χαρά του παιδιού δηλαδή) και σκεφτόμουν…Ζούνε στον ίδιο κόσμο με εμάς? Δεν τους αγγίζει τίποτα? Από την άλλη σκέφτηκα οτι αυτό μπορεί να είναι και ένας αμυντικός μηχανισμός στα όσα βλέπουν. Δύο καθίσματα πιο κάτω, 25χρονη ντυμένη στην τρίχα, με την επώνυμη τσάντα στο χέρι να την κρατάει με καμάρι, με κινητό τελευταίας τεχνολογίας να στέλνει ασταμάτητα μηνύματα, με μαλλί κομμωτηρίου και καμένο από το ντεκαπάζ, χαίρεται που θα βγεί με την κολλητή της για να της γνωρίσει τον καινούργιο παίδαρο της παρέας. Παράλληλα, περνάει και ένας άνθρωπος (πολλοί θα τον αποκαλούσαν ζητιάνο) ο οποίος ζητά χρήματα σε αντάλλαγμα 2 στυλό για να μπορέσει να κάνει μια εγχείρηση το παιδί του.
Αναρωτιέμαι….τι από όλα αυτά είναι αλήθεια? Πώς τόσο διαφορετικοί κόσμοι συνδυάζονται μέσα σε ένα βαγόνι? Πώς όλοι αυτοί θα επιβιώσουν με αξιοπρέπεια? Πόσοι από αυτούς θα ανταπεξέλθουν στις δυσκολίες που πολλαπλασιάζονται, χωρίς να χρειαστεί να τους χορηγηθούν υπογλώσσια για το σοκ που θα αντιμετωπίσουν, συνειδητοποιώντας τι έχουν χάσει και τι τους έχει μείνει?
Ακριβώς απέναντί μου, στέκεται όρθια μια κυρία ηλικιωμένη με κατεβασμένο το κεφάλι. Είναι πέντε λεπτά στο βαγόνι αλλά κανείς δεν προθυμοποιήθηκε να της δώσει την θέση της. Ξαφνικά πετάγομαι και της λέω «Ελάτε να καθίσετε…». «Σας παρακαλώ! μου απαντά. Αν δεν κατεβαίνετε στην επόμενη στάση δεν υπάρχει λόγος! Εσείς μπορεί να τρέχετε όλη μέρα και να είστε πιο κουρασμένη από εμένα!» . Έμεινα παγωτό! Θες οι μαύροι κύκλοι κάτω από τα μάτια μου, να πρόδωσαν την κούραση και το ξενύχτι της νυχτερινής βάρδιας? Θες ο τρόπος της φωνής μου προσφέροντάς της την θέση, ή το εγώ μου να με πρόδωσε και να κατάλαβε ότι μπορεί πραγματικά να μην ήθελα να κάτσει? Όπως και να έχει μετά από λίγο, βολεύτηκε ήρεμα και με αργούς ρυθμούς, στην θέση μου. Μου χαμογέλασε γλυκά, όπως θα μου χαμογελούσε η δική μου η γιαγιά. Με εκείνο το χαμόγελο που σε κάνει να ηρεμείς. Με το χαμόγελο που σε κάνει αυτομάτως να αντιλαμβάνεσαι ότι μπορεί να έχει περάσει τόσα πολλά αλλά πάνω από όλα είναι μια Κυρία! Δεν κουράζεται, δεν λυγίζει, καμαρώνει για αυτό που είναι!
Ανοίγω την εφημερίδα που μόλις αγόρασα, για να μπορέσω να ενημερωθώ για τα τρεχούμενα. Διαβάζω μια στήλη, η οποία πάλι ανέφερε για τις νέες περικοπές που μας ετοιμάζουν. Μετά από λίγο, νιώθω μια ζαλάδα. Λες να φταίει αυτό που προσπαθούσα να χωνέψω? Ή τελικά με «πειράζει» το διάβασμα εν ώρα κίνησης? Όπως και να’χε το σταμάτησα μονομιάς. Άρχισα να μουρμουρίζω από μέσα μου στίχους από ένα τραγούδι που άκουσα τελευταία και πολύ μου άρεσε, για να μου αποσπάσει την προσοχή. Μετράω τις στάσεις….άλλες 7 ακόμα! Έχω μέλλον σκέφτηκα! Από το Αιγάλεω να φτάσεις Αγία Παρασκευή. Ολόκληρο ταξίδι που κρατούσε ήδη τρία χρόνια. Αυτομάτως έκανα υπολογισμούς με το μυαλό μου, πόσες ώρες την ημέρα καταναλώνω για να φτάσω μέχρι τη δουλειά μου και να γυρίσω σπίτι. Τέσσερις ώρες κάθε ημέρα. Δηλαδή, 20 ώρες την εβδομάδα. Δηλαδή, 80 ώρες τον μήνα! Τι θα μπορούσα να κάνω με αυτές τις 80 ώρες άραγε?
Γιατί δεν μετακομίζεις? αναρωτήθηκα….Τόσο καιρό το λες! Κάθε φορά όμως που το παίρνω απόφαση, όλο και κάτι προκύπτει. Μια έρχεται ανεβασμένο το ρεύμα λόγω χειμώνα και τα λεφτά που έχω μαζέψει τα δίνω εκεί, μια το πετρέλαιο στα ύψη, μια ξαφνικές απολύσεις…. Άει σιχτήρ! Λέω στον εαυτό μου. Από πότε έγινες τόσο αναβλητική? Εσύ που τέτοιες αποφάσεις τις έπαιρνες στο λεπτό και τις πραγματοποιούσες στο αμέσως επόμενο? Εσύ που ρούφαγες την ζωή στο κάθε της δευτερόλεπτο, τώρα σαπίζεις σε ένα καναπέ βλέποντας την καταστροφή σου να έρχεται, βλέποντας τα όνειρά σου να χάνονται σε μια ομίχλη που σε έχει παρασύρει εδώ και πολλά χρόνια. Αντί να βγεις να περπατήσεις στον ελεύθερο χρόνο σου, να μυρίσεις όλες τις μυρωδιές που προσφέρει το κέντρο της Αθήνας, καταστρέφεις μάτια, σώμα και μυαλό, παρακολουθώντας το facebook! Αντί να οργανώσεις την ζωή σου και να την κάνεις ακόμα πιο όμορφη, βρίσκεις σιχαμερές δικαιολογίες για να παραμείνεις στη λήθη σου….Έβριζα τον εαυτό μου για αρκετή ώρα. Τόση, που έφτασα στη στάση μου….Κατέβηκα με νεύρα, λες και πριν λίγα λεπτά τσακωνόμουν με κάποιον.
Σταματώ να πάρω ένα διπλό καφέ για να μπορέσω να αντέξω στη δουλειά. Εξακολουθώ να είμαι νευριασμένη σε σημείο που πιάνω τον εαυτό μου να μιλά σε εμένα! Τώρα καταλαβαίνω αυτούς που μιλάνε μόνοι τους στο δρόμο και όχι δεν φοράνε handsfree! Κάνω μια στάση στο περίπτερο για καπνό. Ο περιπτεράς έχει όρεξη και αρχίζει και μου αφηγείται, λες και τον ρώτησα, τα πρωινά νέα που εγώ έχασα διότι κοιμόμουν. Τον ακούω αποσβολωμένη, απολαμβάνοντας τον πρώτο καφέ της «ημέρας». Κουνάω το κεφάλι καταφατικά σε ότι και αν λέει και αφού κάνουμε και ένα τσιγάρο κάνω να φύγω και μου φωνάζει: «Πάλι βράδυ δουλεύεις ρε κορίτσι? Πώς θα βρεις γαμπρό με τέτοια ωράρια?». Αυτό μας μάρανε, σκέφτομαι από μέσα μου. Εδώ καλά - καλά δεν μπορούμε να συντηρήσουμε τον εαυτό μας, ο γαμπρός μας έλειπε! «Αφήστε τα κύριε Σταύρο!» απάντησα «τα καλά παιδιά έχουν χαθεί, τα πήρε το τρένο!». Τον χαιρετώ βιαστικά για να προλάβω και κατευθύνομαι στο γραφείο.
Αντικρίζω τους συναδέλφους μου και νιώθω ηλεκτρισμένη την ατμόσφαιρα… «τι έγινε ρε παιδιά?» ρωτάω. «Άστα! μου απαντούν «έδιωξαν τον τάδε…». Όχι ρε γαμώτο, λέω. Και αφού μου αφηγούνται και αυτοί ότι δεν υπήρχε λόγος που τον έδιωξαν, απλά λόγω κρίσης στρογγυλοκάθομαι στην χιλιοχρησιμοποιημένη καρέκλα μου, που για να αντέξω το οκτάωρο καθισιό φέρνω και μαξιλάρι για την μέση μου από το σπίτι και όταν μένω μόνη μου αρχίζουν να έρχονται στο μυαλό μου όλα τα ερωτήματα της ημέρας….
Αρπάζω ένα χαρτί και ένα στυλό και αρχίζω να γράφω τα πράγματα που θέλω να κάνω για να μπορέσω να ενεργοποιηθώ πάλι, να ξαναβρώ τον εαυτό μου. Σημειώνω τις λέξεις, γυμναστήριο – περπάτημα, μετακόμιση, να χάσω μερικά κιλά, να αρχίσω ξανά ζωγραφική που τόσο μου άρεσε, να αρχίσω και πάλι να βγαίνω, να βοηθήσω ανθρώπους που έχουν πραγματική ανάγκη. Μεμιάς ένιωσα πιο γεμάτη! Ένιωσα πιο ζωντανή! Ένιωσα ότι ζω! Ένιωσα ότι έχω έναν στόχο!
Μετά από λίγες ημέρες πήρα δραματικές αποφάσεις! Έκοψα το facebook και δήλωσα στους «πραγματικούς φίλους» ότι αν με αναζητήσουν μόνο στο κινητό πλέον. Άρχισα να περπατάω πιο συχνά, κατέβαινα 2 στάσεις πριν την δουλειά μου και το έκοβα στο ποδαρόδρομο, με αποτέλεσμα να αρχίσω να χάνω λίγα κιλά. Τις επόμενες εβδομάδες το κινητό μου δεν σταμάτησε να χτυπά από όλους αυτούς τους φίλους που τόσο καιρό επειδή μάθαιναν τα νέα μου από το ίντερνετ, δεν έμπαιναν καν στο κόπο να με καλέσουν. Μάζεψα σε κούτες όλα σχεδόν τα πράγματα του σπιτιού και είμαι στην αναζήτηση νέου και αποφάσισα να πάρω και ένα σκυλάκι από τα αδέσποτα. Γράφτηκα σε φιλανθρωπική οργάνωση και βοηθάω όποτε μπορώ σε συσσίτια ανθρώπων που έχουν ανάγκη.
….Ύστερα από λίγο καιρό….Μπαίνω στο μετρό με μια φίλη που νωρίτερα είχα βγει μαζί της για καφέ, και κατευθυνόμαστε προς τη δουλειά. Είπαμε! Νυχτερινή βάρδια – περισσότερα χρήματα!
Πιάνω τον εαυτό μου να χαζογελά με την φίλη μου, να λέμε αστεία, να σχολιάζουμε ανόητα κορίτσια και ξαφνικά τρώω το φλάς! Συνειδητοποιώ ότι συμπεριφέρομαι σαν εκείνα τα παιδιά που είχα δεί πριν καιρό στο ίδιο μετρό…..και τα σχολίαζα….Τι ειρωνεία τελικά?
Μπορεί τελικά, σύντροφο να μην βρήκα και ο κος Σταύρος ο περιπτεράς, να εξακολουθεί να μου προξενεύει τον 30χρονο ανηψιό του, που είναι άνεργος με κάποιο τικ, αλλά καλό παιδί πάνω απ’ολα, μπορεί αυτή η ιστορία να μην κερδίσει κανένα βραβείο, αλλά τουλάχιστον κατάφερα να βρω την ενέργειά μου ξανά, να νιώσω χρήσιμη σε όσους το χρειάζονται, να βλέπω τους φίλους μου πιο συχνά και να αρχίσω να ονειρεύομαι πάλι!
Γιατί όπως και να το κάνουμε….το θέμα δεν είναι πόσα αναπάντητα ερωτήματα γεννιούνται καθημερινά αλλά τι κάνουμε για να ζούμε λιγότερο ανώδυνα και περισσότερο ποιοτικά.