Άκαρπες προσπάθειες

Κατάσταση
Δεν είναι ανοικτή για περαιτέρω απαντήσεις.

8EAGENHS

Forum Leader
[8ea]
Σύντομη επιστολή στον Μπόρχες.

Αγαπημένε μου Μπόρχες,
μα τι αίσθηση ματαιότητας για τον άνθρωπο εκφράζεις; Γιατί δεν το γυρνάς στον σαρκασμό, που προσφέρει και χαμόγελο;
Γιατί να μην ξανακυτταχτείς στον καθρέφτη;
Εγώ κυττάζομαι και χαμογελώ μετρώντας τις άσπρες μου τρίχες, όσες τουλάχιστον μου απέμειναν.
Γιατί να μην ξαναπερπατήσεις στο γραφικό δρομάκι;
Εγώ θα το περπατήσω κι ας γεμίσουν τα παπούτσια μου σκόνες και κοπριά αδέσποτων σκύλων.
Κι αν δεν θες να ξαναδιαβάσεις και να θυμηθείς τον Βερλαίν; τι μ' αυτό;
Εγώ θα διάβαζα κι αυτόν και τον Γκιμπράν και θα τους ζούσα, με δανεική σοφία βέβαια θα ζούσα.
Και την πόρτα; την πόρτα γιατί να την κλείσεις;
Εγώ την αφήνω ανοιχτή για να εισέρχεται η δυστυχία που φορά το προσωπείο της ευτυχίας και με ξεγελά.
Μα άνοιξε κι εκείνο το βιβλίο που αρνείσαι ν' ανοίξεις
Εγώ τα ανοίγω όλα, και τα ξανακλείνω αμέσως, γιατί αισθάνομαι μικρός μπροστά τους
Στα πενήντα και κάτι χρόνια, μην αφήνεις τον θάνατο να σε ροκανίζει
Εγώ τον καλώ να με κατασπαράξει, το ροκάνισμα αργεί.
Το πρόβλημα σου, αγαπημένε, είναι ότι ήσουν τυφλός, αλλά έβλεπες.
Εγώ έχω όραση, αλλά τι να δω μέσα στα σκοτάδια;
Ίσως και να ζήσω κάποια στιγμή, υπάρχει χρόνος.[/8ea]
 
Τελευταία επεξεργασία:

8EAGENHS

Forum Leader
[8ea]Και θες λέει, να ταξιδέψεις σε όμορφο τόπο, συγκεκριμένο.
Αν πάρεις το λάθος τρένο, σε όποια στάση και να κατέβεις, σε λάθος τόπο θα βρεθείς.
Εναλλακτικά, υπάρχουν τα πλοία, δεν έχουν πολλές στάσεις κι αν βρεθείς σε λάθος θάλασσα, βουτάς βαθιά και ξενοιάζεις.
Το αεροπλάνο δεν ενδείκνυται, είναι για αεροβάτες και βολεψάκηδες.
Το καλύτερο μέσον για ταξίδι, είναι το όνειρο. Καβαλάς ένα κόκκινο και πας. Κι αν η πορεία είναι λάθος, ένα άγριο ξύπνημα σε επαναφέρει σε ένα δευτερόλεπτο στην αφετηρία και μετά παίρνεις άλλο, ένα κίτρινο.
Το κίτρινο δεν είναι το χρώμα της απάτης, τη δειλίας και την ζήλιας; Ε ναι, αυτό είναι, καβάλα το και θα σε πάει στα σίγουρα στην καταστροφή![/8ea]
 

8EAGENHS

Forum Leader
[8ea]Μα πού στο καλό βρίσκουν οι ποιητές τις λέξεις που καίνε; Κάποιος μου είπε πως μέσα σ' έναν πύρινο κύκλο ζουν.
Πήγα, βρήκα τον κύκλο.
Αίφνης με είδα να ζω έξω απ' τον κύκλο, τρεις φορές, τρεις ζωές έξω από πύρινο κύκλο. "Μα πότε θα καώ"; μουρμούρισα... [/8ea]
 
Τελευταία επεξεργασία:

8EAGENHS

Forum Leader
[8ea]Ένα μικρό διηγηματάκι μου που ήταν θαμμένο, το ξέθαψα πάλι, γιατί κάθε χρόνο θα είναι επίκαιρο.


Ο Νέος Χρόνος
(Μικρό υπερβατικό μυθιστόρημα)

Τινάχτηκα απ' την βαθιά πολυθρόνα που είχα βυθιστεί εδώ και λίγην ώρα, αποκαμωμένος από
τόσες σκέψεις που ήρθαν μαζεμένες κι απρόσκλητες, στις τελευταίες ώρες του χρόνου, που
φαίνεται να ξεψυχάει αλλά δεν το βάζει κάτω, θέλει να κάνει το μυαλό μου να βουρβουρίσει
μέχρι να καεί τελείως.
Φθάνω σχεδόν τρέχοντας ν' ανοίξω την εξώπορτα, γιατί αυτός ο μπαγλαμάς που χτυπάει τόσο
επίμονα, θα μου κάψει το κουδούνι. Παρόλ' αυτά την τελευταία στιγμή, φορώ ένα πρόχειρο ήπιο
και ήρεμο βλέμμα κι ανοίγω χωρίς επιφυλάξεις, έτοιμος μάλιστα να χαμογελάσω κιόλας στην
έκπληξη που θα αντίκριζα.
Στα μάτια του γέρου που με κοίταξαν με μια παράξενη λάμψη, διάβασα το χρώμα και την ένταση
του δικού μου βλέμματος, ένα βλέμμα βαμμένο με μια απογοήτευση κι ένα μεγάλο ερωτηματικό.
Φυσικά δεν περίμενα κανέναν Άγιο Βασίλη, αν και η εμφάνιση του γέρου απέναντί μου δεν
απείχε και πολύ απ' αυτήν του συμπαθούς Aγίου, έτσι τουλάχιστον όπως τον παρουσιάζουν οι
εμπορικές διαφημίσεις, αλλά μια νεανική παρουσία ίσως να μου είχε δώσει μια ελπίδα για λίγο
πιο ευχάριστες επόμενες στιγμές.
Ο γέρος έσκυψε λίγο το κεφάλι και με κοίταξε υπό γωνία, με ένα βλέμμα κάπως ένοχο, αλλά
αμέσως άλλαξε χρώμα το πρόσωπό του και φωτίστηκε ελαφρά, καθώς απλώνοντας το χέρι του, μου
έδειξε μία φιάλη. Έβαλε το δάχτυλό του στην ετικέτα της φιάλης και με θριαμβευτική φωνή
ανήγγειλε ότι το κρασί αυτό που έφερε να πιούμε, ήταν αρχαίο.
-Γνωριζόμαστε; ρώτησα
-Αμέ, γι' αυτό ήρθα, απάντησε χαρούμενος και φανερά ανακουφισμένος ο γέρος.
-Από πού γνωριζόμαστε και από πότε;
-Αχμμ, ερώτηση ήταν το "γνωριζόμαστε"; εγώ το πήρα σαν πρόταση, ανταπάντησε με πονηρό
χαμόγελο.
-Εντάξει γέροντα, από χιούμορ καλά τα πας, αλλά θα μου πεις ποιος είσαι; γιατί μόλις μου
είπες τι θέλεις.
-Να περάσω; είμαι ο Νέος Χρόνος...
-Xαααααα, θα γελάσουμε σήμερα, μα πέρνα, έχεις γούστο και προ πάντων φαίνεσαι ακίνδυνος κι
εγώ είμαι μόνος κατά μόνος.
Με πεταχτό βήμα για την ηλικία του, εισήλθε μάλλον χαρούμενος και κατευθύνθηκε προς το
καθιστικό, σαν να γνώριζε το χώρο από παλιά. Σαν μαγνητισμένος πλησίασε στο τζάκι, αφού δυο
βήματα πριν "έσπασε" τη μέση του κι απίθωσε την φιάλη πάνω στο μικρό τραπεζάκι που ήταν
ανάμεσα στις δύο αντικριστές πολυθρόνες. Τέντωσε τις παλάμες του προς την φωτιά και
αναφώνησε: "Μεγαλείον το πύρ της ειρήνης".
-Έχεις όνομα γέροντα; πώς να σε αποκαλώ; γιατί μάλλον η φιάλη με το αρχαίο κρασί, θα κρύβει
και χιλιάδες λέξεις μέσα της, που πρέπει να βγουν στον αέρα και να πετάξουν ελεύθερες μέσα
απ' τα στόματά μας, ώστε οι δονήσεις των ήχων τους να μας γεμίσουν συναισθήματα και να
νιώσουμε ζωντανοί, και πρέπει οι λέξεις να ξέρουν προς τα πού θα πετάνε κάθε φορά, προς τον
Θεαγένη ή προς τον.....
-Νέο Χρόνο!
-Μα έλα τώρα καλέ μου, λες Νέος Χρόνος και δεν μπορώ να φανταστώ πόσο γέρος θα είναι ο
Παλιός ο χρόνος. Εγώ σε φανταζόμουν έναν νεαρό, με λαμπερό βλέμμα, καλοχτενισμένο, με γέλιο
ως τα ριζαύτια, με κουστουμιά απίθανη και καλοραμμένη, γραβατούλα ή παπιγιόν, σκαρπινάκι
λουστραρισμένο, γεμάτον χαρά κι ελπίδα και αισιοδοξία. Μπροστά μου βλέπω έναν σχεδόν
σερνάμενο κι απέλπιδα γέρο, πιθανόν και ραμολιμέντο, που έχει το νου του στο κρασί και
μοιάζει σαν από καιρό άστεγος.
-Άνοιξε με προσοχή κι αγάπη το κρασί, Θεαγένη και φέρε δύο κρυστάλλινα ποτήρια, μόνον μέσα
σε κρύσταλλο μπορεί να ζήσει ένα θαύμα, είπε και κάθισε αργά και αναπαυτικά στη μία
πολυθρόνα.
Στάθηκα για λίγο να απολαύσω τις κινήσεις του, που αν και αργές είχαν μια απόλυτη αρμονία
και εξοικείωση με τον χώρο, σαν να είχε ζήσει χρόνια μέσα σ' αυτό το σπίτι.
Γύρισα την πλάτη κι έκανα πέντε μικρά βήματα μέχρι να φτάσω στο μικρό σκρίνιο και να πιάσω
δυο ποτήρια. Με ευλάβεια σχεδόν, σεβόμενος τον ύμνο του "φίλου" μου στον κρύσταλλο, έφερα
τα ποτήρια και ακούμπησα με προσοχή το καθένα στη θέση του.
Το άνοιγμα της φιάλης απαιτούσε μια ιεροτελεστία κι έγινε με προσοχή, μην τυχόν κι αρχίζουν
να ξεφεύγουν οι λέξεις από μόνες τους και πριν την ώρα τους, βγαίνοντας από τον λαιμό της
φιάλης κι όχι απ' τον δικό μας, κάτω από το άγρυπνο και παρατηρητικό βλέμμα του γέροντα.
Του πρότεινα την ανοιχτή φιάλη:
-Θες να μας κεράσεις εσύ, μήπως ξέρεις κάποια λεπτομέρεια παραπάνω, για να έχει μεγαλύτερη
επιτυχία το συμπόσιο;
Χαμογέλασε κι έπιασε την φιάλη με τα δυο χέρια.
-Το μυστικό είναι ένα για όλα τα πράγματα που κάνεις, είπε με σχεδόν χαρούμενη και
σίγουρα πειστική φωνή, κάνοντας αργά και σταθερά, να ακουμπήσουν τα χείλια της φιάλης στα
χείλια του ποτηριού.
-Ποιο είναι αυτό;
-Η αγάπη, Θεαγένη και το ξέρεις, δεν θα κάνουμε ο ένας στον άλλον ερωτήσεις τόσο απλές. Θα
συνεννοούμαστε με τον καλύτερο τρόπο, μόνον όταν θεωρήσουμε ότι ο καθένας έχει απέναντί του
τον εαυτόν του. Έτσι και χρόνο θα κερδίσουμε και ειλικρινείς και απόλυτοι θα είμαστε.
-Εγώ πάντως αρχίζω να πιστεύω σιγά σιγά ότι είσαι ο Παλιός ο χρόνος, η λέξη "Νέος" δεν
παραπέμπει σε σοφία. Δεν ξέρω όμως γιατί να μου κάνεις αυτήν την πλάκα και γιατί σ' εμένα.
-Η αλήθεια είναι, ότι με ονομάσανε έτσι πριν πολύν καιρό. Είμαι από τους έμπειρους Χρόνους
κι έχω δει πολλά, μα πάρα πολλά στη ζωή μου. θυμάσαι στις αρχαίες τραγωδίες τον από μηχανής
Θεό; Κάτι παρόμοιο είμαι κι εγώ, αλλά σε επίπεδο χρόνων κι εποχών. Ο πατέρας μας ο Αιώνας,
μην νομίζεις ότι έχει πολλά παιδιά, τριαντατρία είμαστε όλα κι όλα. Κάνουμε κύκλο όλοι κι
ερχόμαστε στη Γη για να μετράμε τις μέρες των ανθρώπων και τάχα να τους φέρνουμε ελπίδες και
λύσεις στα προβλήματά τους. Στην ουσία τίποτε απ' αυτά δεν συμβαίνει και το μόνο που γίνεται
είναι ένας κύκλος. Εγώ έρχομαι σπάνια και μόνον όταν υπάρχει απόλυτη ανάγκη κι έρχομαι
έτσι, όπως είμαι πάντα.
-Δηλαδή οι άλλοι πώς έρχονται;
-Οι άλλοι; μα πριν το είπες, έρχονται σενιαρισμένοι φορώντας μάσκες και ψεύτικες γυαλιστερές στολές,
για να δείξουν ότι έρχεται κάτι νέο και να παρακινήσουν τους ανθρώπους να κάνουν προσπάθειες
για κάτι νέο.
-Τώρα τί άλλαξε; δεν υπάρχει πια τέτοια ανάγκη; ή ποια άλλη ανάγκη υπάρχει που ήλθες εσύ να
καλύψεις;
-Ας πιούμε και καμιά γουλιά από το "ουκ εκ του κόσμου τούτου" προϊόν της αμπέλου, μήπως και
η αλήθεια αρχίσει να φαίνεται μόνη της, αν και είμαι σίγουρος πως αρχίζεις να την θωρείς
έστω και αχνά.
Έφερα σχεδόν αστραπιαία και κόλλησα το ποτήρι στα χείλη μου και ρούφηξα με απληστία μια γενναία γουλιά, σαν να είχα νιώσει απειλή ότι θα που πάρουν το ποτήρι απ' τα χέρια και θα χανόταν για πάντα η μοναδική ευκαιρία να αισθανθώ για λίγο Ολύμπιος θεός που απολαμβάνει το νέκταρ του. Έμενα εκστασιασμένος από τη γεύση, το άρωμα και τον ήχο του οίνου. Ο φίλος διάβασε ανοιχτό βιβλίο τα μάτια μου κι ευχαριστήθηκε που θαύμασα τόσο πολύ το κέρασμα.
-Και εκλήθης λοιπόν για να κάνεις τί; ρώτησα κοφτά, κάπως επιθετικά και με δόση ειρωνίας, κοιτάζοντας βαθιά μέσα στα σακουλιασμένα και ξέθωρα μάτια του, να αλλάξεις κάτι δια μαγείας, να ρίξεις σεισμούς για να ταρακουνήσεις τους χοντρόπετσους ανθρώπους, αστραπές για να τους φωτίσεις ή τεράστια θαλάσσια κύματα για να τους δροσίσεις; Έχουμε απ' όλα αυτά και δεν μας κάνουν ζάφτι, έφερες κάτι νέο;
-Ούτε έφερα κάτι νέο ούτε κανείς άλλος θα φέρει. Όλα όσα υπάρχουν στον κόσμο και τα παλιά και τα νέα και τα καλά και τα κακά και τα λίγα και τα πολλά, βρίσκονται μέσα στον άνθρωπο. Όλοι εμείς που καλούμαστε να κάνουμε κάτι για το καλό του ανθρώπου δεν κάνουμε ούτε μάγια ούτε θαύματα, το μόνο που κάνουμε είναι μία προσπάθεια να αφυπνίσουμε όσο γίνεται περισσότερους κοιμωμένους.
-Αρχίζω και καταλαβαίνω ότι ο ρόλος σου είναι παρόμοιος μ' αυτόν του ζυγού, έρχεσαι κάθε φορά που χρειάζεται να επέλθει κάποια ισορροπία, για να εξομαλύνεις ακραίες καταστάσεις και να σμιλεύσεις τραχιές σκέψεις και πράξεις που αποσυντονίζουν και ενδύουν με δυσαρμονία τους ανθρώπους και γενικά όλον τον ορατό και αόρατο κόσμο.
-Σωστά καταλαβαίνεις, αλλά δυστυχώς μόνον λίγες είναι οι επιτυχημένες φορές που συνέβη αυτό σε μεγάλο βαθμό.
-Με ποιο τρόπο επιτυγχάνεται αυτό; έχεις κάποιες δικές σου συνταγές ή ακολουθείς την φυσική νομοτέλεια; Και το θέτω έτσι γιατί είπες πως μάγια δεν κάνετε και κακώς δεν κάνετε γιατί μόνον αυτά θα μας "σώσουν".
-Μαγεία δεν υπάρχει, η λέξη μαγεία θα χρησιμοποιηθεί μεταφορικά, μόνον για να περιγράψει το
αποτέλεσμα, όταν αυτό είναι ακριβώς όπως το θέλαμε. Η λύση είναι να ακολουθείς τη φύση και να μην
αφήνεις ούτε "σταγόνα" της να πάει χαμένη. Αυτή είναι η τροφή, ο αέρας, το μυαλό τα πάντα
του κόσμου, είναι ο ίδιος ο κόσμος.
-Περιλαμβάνει και την αντίδραση όλο αυτό το σχέδιο; γιατί κάτι τέτοιο σαν να αρχίζω να
καταλαβαίνω.
-Βεβαίως, η αντίδραση είναι από τα τελευταία όπλα. Όταν δίνεις στον άνθρωπο απλόχερα υλική
ευημερία, με σκοπό να μειώσει τον χρόνο που σπαταλά προς αναζήτηση των βασικών υλικών αγαθών και να ασχοληθεί με την
εσωτερική του υπόσταση και με την προσφορά αγάπης και αγκαλιάς στον διπλανό του κι αυτός βλέπει ότι ο μόνος σκοπός της ζωής του είναι να συλλέξει ακόμη περισσότερα υλικά πλούτη, με αποτέλεσμα όχι μόνον να αποξενώνεται από τον αδελφό του, αλλά
και να τον εχθρεύεται, εκεί πρέπει να παρεμβληθεί κάτι σαν αντίδραση.
-Και ποιας έντασης και διάρκειας θα πρέπει να είναι αυτή η αντίδραση; κάτι τυχαίο ή σύμφωνα με την απαιτούμενη τιμή
διόρθωσης ή μετακίνησης;
-Πάντα μα πάντα, είναι αυτή που μπορεί να αντέξει ο άνθρωπος, ποτέ κάτι παραπάνω.
-Και ποιος ορίζει τις αντοχές του ανθρώπου;
-Μα ο ίδιος ο άνθρωπος. Δεν βγαίνεις έξω; δεν βλέπεις τί γίνεται; Όλοι διαμαρτύρονται για
κάτι που θαρρείς είναι αόριστο, όλοι λένε ότι "τελειώσαμε" κι όλοι συνεχίζουν μετά από λίγο
κανονικά τη ζωή τους, χωρίς να σκέφτονται ότι αύριο θα αντιμετωπίσουν πάλι το ίδιο πρόβλημα.
-Κατάλαβα τι εννοείς. Μας εμφανίζεται ένα μεγάλο πρόβλημα, νομίζουμε πως δεν μπορούμε να το
αντέξουμε, σταματάμε τις υπόλοιπες δραστηριότητές μας κι ασχολούμαστε με τη λύση του. Λύση
δεν βρίσκουμε, βρίσκουμε όμως έναν τρόπο να ελαφρύνουμε το βάρος τους προβλήματος ώστε να
μην μας κατατρύχει τόσο πολύ ή για μεγάλο χρονικό διάστημα. Μόλις το καταφέρουμε,
επιστρέφουμε πάλι στα ίδια και δεν ασχολούμαστε με την εκρίζωση του προβλήματος, με
αποτέλεσμα αυτό να αναγεννάται ασφαλέστερο και δυνατότερο. Εσύ τι ρόλο θα παίξεις εδώ;
-Εγώ θα έχω έναν άχαρο ρόλο, αλλά αληθινό, θα είμαι το σκοτεινό φάσμα που χωρίζει το μάτι
της ψυχής του ανθρώπου από την λάμψη της ελπίδας. Θα απλώνομαι με την γέρικη κι ελεεινή
μορφή μου μπροστά σε κάθε ματιά σαν μαύρο παραπέτασμα και θα κρύβω τη λάμψη της ελπίδας.
-Έτσι ο άνθρωπος θα νομίζει ότι χάθηκαν οι ελπίδες και θα προσπαθήσει περισσότερο; Στην
ουσία όμως ουδεμία ελπίδα θα χαθεί, έτσι δεν είναι;
-Η ελπίδα δεν χάνεται ποτέ είτε την βλέπεις είτε όχι, είναι πάντα εκεί. Η προσπάθεια του ανθρώπου είναι διαφορετική και είναι αντιστρόφως ανάλογη με το μέγεθος της ελπίδας.
-Κι έτσι λοιπόν, βλέποντας να έρχεται ένας γέρος χρόνος, αντί για έναν χρόνο ζεν πρεμιέ όπως όλοι θα περίμεναν, ο άνθρωπος θα αναρωτηθεί αν πρέπει να δώσει βάση σε αγαθά που έρχονται και παρέρχονται ή σε αξίες διαχρονικές που τον γεμίζουν δύναμη στο μυαλό και στην ψυχή, αγγίζω κάπως το νόημα;
-Έτσι ακριβώς είναι. Και τώρα ήρθε η ώρα να σου πω γιατί σήμερα είμαι εδώ, γιατί επισκέφθηκα εσένα.
-Όποιος και να είναι ο λόγος, δεν θα είναι πια δυσάρεστος αφού τόσα πράγματα είδα με τα μάτια της ψυχής που μου άνοιξες.
-Ο πατέρας, ο Αιώνας, σε θέλει δίπλα μου για να προπονηθείς ώστε μελλοντικά να γίνεις ένα από τα αδέλφια μας, θα είσαι ο Νέος Χρόνος του 2.045. Στην υγειά σου. [/8ea]
 
Τελευταία επεξεργασία:

8EAGENHS

Forum Leader
[8ea]Αφήνω, προσπερνώ τον τροχό σου, ω Τύχη μαύρη
και πιάνω τους κύβους της Μοίρας μου, μ΄αυτούς να παίξω,
στον τζόγο της ζωής τον τόσο προβλέψιμο, γι' αυτούς
που την πορεία τους έχουν χαράξει από πριν,
χωρίς να καθαρίσουν τα τριβόλια και τ' αγκάθια,
μονάχα γιατί τον εξαγνισμό είχαν στον νου τους.
Κι αν χάσω τι μ' αυτό; Εγώ το ήθελα.
Αν κερδίσω πάλι, ποιος θα πει ότι τον δαίμονα είχα προστάτη;
Τι θεός, τι διάβολος, όποιον θέλω κρατώ μέσα μου
κι όποιον θέλω αφανίζω, μέχρι ν' αφανιστώ ο ίδιος.
Ποιος ήλιος και ποια σελήνη; Το ίδιο σάμπως δεν φωτίζουν
μια σκεπασμένη από στάχτη καρδιά;
Ποια θάλασσα και ποιο ηφαίστειο; Το ίδιο δεν κοχλάζει
το υγρό στοιχείο στα σπλάχνα τους;
Τι θεός και τι άνθρωπος;
Ο άνθρωπος δεν έφτιαξε τον θεό;
[/8ea]
 
Τελευταία επεξεργασία:

8EAGENHS

Forum Leader
[8ea]Εσύ, αγκαλιά με την φωτιά, να ζητάς τον ποταμό σου
κι εγώ ο ποταμός σου που ψάχνει μισγάγγεια για να σε φτάσει,
μα τα όρη υψώνονται μπρος μου, όρη αδιάβατα,
όρη που φράζουν ακόμη και τον άνεμο.
Και να ήμουν ποταμός με φτερά ακόμη,
λύση δεν θα είχα.
Μια νέα φωτιά που μπορώ να πλησιάσω κάπου; ούτε αυτή είναι λύση.
Ο κάθε ποταμός έχει την δική του φωτιά
κι η κάθε φωτιά τον δικό της ποταμό.
Ρίχνω στέρφο βλέμμα προς την υπομονή,
η μόνη που απέμεινε,
ενίοτε την εκλιπαρώ, να έχει μεγαλύτερη διάρκεια,
να μην εξαντληθεί κι αυτή κρατά ακόμη.
Ο αέρας όμως δυναμώνει την φωτιά
κι ο ήλιος που καίει στεγνώνει τον ποταμό,
στο τέλος ένας απ' τους δυο θα μείνει,
η φωτιά να καίει.[/8ea]
 
Τελευταία επεξεργασία:

8EAGENHS

Forum Leader
[8ea]Το τραγούδι πάγωσε και στέκει εκεί ακίνητο,
στην πόρτα της καρδιάς
κι η καρδιά αδύναμη.
Η δροσιά της αυγής γκρεμίστηκε μπρος
στην πόρτα των χειλιών
και τα χείλη στεγνά.
Το φως της λάμπας αργοπεθαίνει μπρος
στα παράθυρα των ματιών
και τα μάτια σφαλιστά.
Η βοή των σκέψεων βομβαρδίζει ασταμάτητα
τις φωλιές των αυτιών
και τ' αυτιά κουφά.
Βρώμικος αέρας και καπνός τρυπώνουν ξεδιάντροπα
στα ρουθούνια
κι η μύτη κουρασμένη.
Δεν υπάρχει τίποτε ν' αγγίξεις,
τίποτε να πεις,
κανείς δεν θα αισθανθεί
κανείς δεν θα ακούσει.
Κι ο ύπνος, ο ύπνος, ααχ δεν έρχεται
και πάνε τόσες ώρες,
που αφήνει το κορμί μόνο του
να δονείται σε συχνότητες τρόμου και παραζάλης.
Μα ούτε η σκέψη ότι ξημερώνει
να μη σε κάνει ζάφτι;
Ούτε η ελπίδα του ήλιου, της βροχής, του χιονιού;
Ένα νόστιμο φαγητό κι ένα παλιό κρασί,
ένα ωραίο κι ακριβό ρούχο μήπως;
Μπα, όλα μάταια, άχρηστα, ανόητα.

Και παραμένω, μέχρι η αυγή με τα χρώματά της,
να γράψει τα αρχικά σου στον ουρανό.

Κι εσύ, στην άλλη άκρη της γης και δεν σε φτάνω.



[/8ea]
 
Τελευταία επεξεργασία:

8EAGENHS

Forum Leader
[8EA]Είναι κι εκείνη η αναθεματισμένη στιγμή,
που ο ποιητής μπερδεύει τα φύλλα του βιβλίου
με τα φύλλα της τράπουλας και δεν βγάζει άκρη.
Είναι η στιγμή που τα αστέρια και η σελήνη,
τα εργαλεία της έκφρασής του δηλαδή,
παίρνουν ανάποδη φορά και γίνονται
αντί για πρόδρομοι, όπως ήταν πριν λίγο, ανάδρομοι
και η μπίλια στον τροχό της ρουλέτας,
κυλάει ειρωνικά και κάθεται στο 37 ροζ
κι ο ποιητής χάνει τα πάντα.
Η πένα του στερεύει και γίνεται στιλέτο
και του έρχεται να την μπήξει βαθιά στη σάρκα,
να την βάψει με αίμα και να γράψει κόκκινα.
Ο νους σταματάει το τρέξιμο,
γιατί δεν μπορεί να προλάβει την καρδιά,
έτσι όπως αυτή καλπάζει,
ξαμολάει την φαντασία που είναι γρήγορη,
αλλά τεμπελιάζει κι αυτή.
Όλα σωπαίνουν κι όλα φωνάζουν,
όλα τραγουδούν κι όλα θρηνούν
κι ο ποιητής στέκει στο μέσον ούτε καν σκεπτικός
ούτε καν αποφασισμένος ούτε χαρούμενος
ούτε ωχρός, ένας ευνουχισμένος εραστής
του τίποτε και των πάντων.
Βοήθα νύχτα, μη φεύγεις ή αν φύγεις
πάρε με μαζί σου.
Κάποιος να με πάρει τέλος πάντων απ' εδώ,
αν μείνω μόνος με τη μέρα θα με νικήσει.
Και δεν θα έχουν άδικο αν πουν
"πάει, σάλεψε αυτός, τόσο βαθιά που βούτηξε
μέσα στον αδηφάγο στρόβιλο του έρωτα".[/8EA]
 
Τελευταία επεξεργασία:

8EAGENHS

Forum Leader
[8ea]Το καρμικό βάρος του βατράχου που έγινε πρίγκηψ.

Κι εκεί που είσαι ένας όμορφος, καταπράσινος κι ευτραφής βάτραχος που ζεις ανέμελος σε έναν απόμερο βάλτο και ασχολείσαι όλη μέρα με το να κυνηγάς μύγες, κουνούπια κι άλλα ζωηρά ζουζούνια, βουτάς στα θολά νερά που για 'σένα φαντάζουν σαν κρύσταλλα, λιάζεσαι πάνω σε τεράστια νούφαρα σαν άρχοντας στην έπαυλή του, έρχεται η στιγμή που ένα φιλί από κάποια "περαστική" πριγκίπισσα που ζητά ν' αλλάξει λίγο την βαρετή καθημερινότητά της, σε μεταμορφώνει σαν από θαύμα και σε κάνει πρίγκιπα. Κι όλα μέχρι τώρα είναι λαμπρά και φωτεινά και κάπως έτσι τελειώνει το παραμύθι. Όμως στην ουσία, εδώ αρχίζουν τα βάσανα.
Πάνε τα ζουζούνια, πάνε τα μακροβούτια, πάει η ανεμελιά και θα πρέπει να στριμωχτείς μέσα στα φανταχτερά ρούχα ενός πρίγκιπα. Πρέπει να προσέχεις τι θα πεις και πώς θα το πεις, ξεχνάς τα "κουάξ κουάξ" και γίνεσαι μια τεχνητή πηγή παραγωγής ευγένειας. Δεν μπορείς να θυμώνεις, να γελάς δυνατά, να κλαις με το παραμικρό, να κάνεις παρέα με άλλους απλούς πρίγκιπες, γιατί απλούστατα ΔΕΝ υπάρχουν απλοί πρίγκιπες, όλοι θα είναι στο ίδιο χάλι μ' εσένα, στενάχωροι, αγέλαστοι, καθώς πρέπει κι ας είναι ντυμένοι με τον μεγάλο έρωτα της πριγκίπισσάς τους, έναν έρωτα τις περισσότερες φορές στέρφο και χωρίς αντίκρισμα.
Αλλάζουν ακόμη κι οι εχθροί σου. Κάποτε είχες εχθρούς άγριους κι αιμοβόρους, τους οποίους αναγνώριζες από μακριά κι από μια μόνο ματιά, διακρίνοντας καθαρά τις διαθέσεις τους. Σήμερα, ως πρίγκηψ, έχεις άλλους εχθρούς, εκλεπτυσμένους, που αντί για μοχθηρό ύφος φοράνε πλατύ χαμόγελο, αντί για μεγάλα νύχια και δόντια έχουν τον λόγο που στάζει κολακεία.
Κάπου σου κινεί το ενδιαφέρον ο έρωτας της πριγκίπισσάς σου, αλλά πάντα θα διακρίνεις στο βλέμμα του βασιλιά την περιφρόνηση, γιατί αυτός δεν μπορεί να χωνέψει ότι η κόρη του αγαπά κάποιον που κατάγεται από τους βάλτους.
Στην πορεία βέβαια, αλλάζει ακόμη κι ο τρόπος που σου δείχνει την αγάπη της η πριγκίπισσα. Μετά από μια χαριστική περίοδο προσαρμογής, αρχίζει να απαιτεί να ξεχάσεις ότι ήσουν κάποτε βάτραχος. Τι; έτσι χαράμισε το φιλί της; Καταδέχτηκε και φίλησε ένα μιαρό πλάσμα ελπίζοντας ότι θα καταφέρει ν' αλλάξει τον κόσμο, δεν μπορείς να την προδώσεις τόσο στεγνά, πρέπει να προσαρμοστείς.
Εσύ όμως, ως παλαιός βάτραχος των βάλτων, γεννημένος αυτάρκης και επαναστάτης δεν μπορείς εύκολα να μπεις σε καλούπια. Τα θέλεις όλα ή τίποτε. Και η πρώτη περίπτωση, να τα αποκτήσεις όλα όπως θέλεις δηλαδή, δεν είναι εφικτή μέσα στην χρυσή φυλακή που έχει μπει. Και το τίποτε όμως δεν σε καλύπτει. Και το ερώτημα είναι, έχεις το κουράγιο και τις λύσεις να επιστρέψεις στους βάλτους; Κι αν ναι, ποιοι είναι οι τρόποι και πώς αποκτάται το κουράγιο; Αν τα καταφέρεις στο τέλος, ποια κενά θα δημιουργήσει αυτή η αποχώρησή σου στην αλυσίδα της "ευτυχίας" τόσων ανθρώπων;
Εδώ έρχεσαι αντιμέτωπος με το κάρμα σου. Ή θα συνεχίσεις να είσαι ένας πρώην βάτραχος και νυν πρίγκηψ για να προχωρήσει ο κόσμος μπροστά ή θα καταστρέψεις τον κόσμο, πιστεύοντας πως δεν μπορείς να είσαι πρίγκηψ, γιατί η γλίτζα του βατράχου δεν έφυγε ποτέ από πάνω σου.
Και τι κάνεις τελικά; Παίρνεις δυο μεγάλες βελόνες και τις μπήγεις στα μάτια σου και τυφλώνεσαι. Παίρνεις άλλες δυο βελόνες (ή τις προηγούμενες ίδιες) και τις μπήγεις στ' αυτιά σου και κουφαίνεσαι. Μετά παρακαλάς έναν πιστό αυλικό, να σε πάρει και να σε πετάξει σε έναν βάλτο πολύ μακρινό, απάτητο από ανθρώπου πόδι για να ξαναγίνεις βάτραχος. Συνάμα προσεύχεσαι να μην σπάσει το πόδι καμιάς άλλης πριγκίπισσας κι έρθει να σε βρει, βαρέθηκες αυτού του είδους τα φιλιά, εξ άλλου υπάρχουν τόσες βατραχίνες εκεί πέρα.

Ένας βάτραχος που δεν έπαψε ποτέ να είναι βάτραχος.
[/8ea]
 
Τελευταία επεξεργασία:

8EAGENHS

Forum Leader
[8ea]Από την συλλογή του αγαπημένου Χιλιανού ποιητή Pablo Neruda Cien sonetos de amor (εκατό τραγουδάκια αγάπης), μια μικρή και ατελής προσπάθειά μου, για ελεύθερη μετάφραση μερικών ποιημάτων.

Soneto I

Ματίλδη, όνομα του φυτού, της πέτρας, του κρασιού
απ' ό,τι γεννιέται απ' τη γη και διαρκεί,
λέξη της οποίας ξημερώνει το ξεπέταγμα,
το καλοκαίρι που εκρήγνυται το φως των λεμονιών.

Σ' αυτό το όνομα γλυστρούν ξύλινα καράβια,
ντυμένα με σμήνη γαλάζιας θαλασσινής φωτιάς,
κι αυτά τα γράμματα είναι νερά ποταμού,
που ρέουν μέσα στη φλεγόμενη καρδιά μου.

Ω όνομα που αποκαλύπτεται κάτω από τον κισσό,
όπως το μάτι ενός σκοτεινού τούνελ,
που επικοινωνεί με την ευωδιά του κόσμου.

Ω, μπες μέσα μου με το καυτό σου στόμα,
εξερεύνησέ με, αν θες, με τη νυχτερινή ματιά σου,
αλλά με τ' όνομά σου, άσε με να σαλπάρω προς τον ύπνο.





[/8ea]
 
Τελευταία επεξεργασία:

8EAGENHS

Forum Leader
[8ea]Κι εκεί που ξεφύλλιζα τις σκέψεις μου, εκφυλίστηκαν τα όνειρά μου.
Πώς ν' αντέξουν τα όνειρα τα χτισμένα πάνω στις στάχτες παλιών ονείρων;
Οι σκέψεις χτισμένες και δεμένες με την ατσάλινη λογική
νικούν κατά κράτος.
Κι εγώ στο τέλος, ένα νεκρό αποτέλεσμα που αποσυντίθεται χωρίς ελπίδα ανάστασης.
[/8ea]
 

8EAGENHS

Forum Leader
[8ea]Περιμένεις το βράδυ
να έρθει σαν χάδι
κι αυτό το ρημάδι
σου βρίσκει ψεγάδι.

Κυττάς απ' το τζάμι
μια νύχτα κατράμι
ανοίγεις παλάμη
μα πάει χαράμι.

Το στόμα κολλά
Τα μάτια θολά
ο νους αμολά
τι θέλεις πολλά;

Παίρνεις λαχτάρα
-η σάρα κι η μάρα-
δεν δίνεις δεκάρα
για την χαζομάρα.

Η μέρα πεζή
ποιος ξέρει που ζει
δεν είστε μαζί,
μα είναι χαζή;

Μια αγκαλιά
χίλια φιλιά
κάνουν φωλιά
σαν χίλια πουλιά.

Τελειώνει η μέρα
σαν πύρινη σφαίρα,
καημός στον αέρα
βρέχει πιο πέρα.

Ξανάρχεται βράδυ
ξανά το σκοτάδι
οι σκέψεις κοπάδι
χωρίς ένα χάδι.

Μετάξι ακριβό
στέκει βουβό
μυαλό παλαβό,
πού ν' ανεβώ;

Να η χαρά
την ώρα μετρά
αυτήν τη φορά
το τρένο σφυρά.[/8ea]
 
Τελευταία επεξεργασία:

8EAGENHS

Forum Leader
[8ea]
Των αστεριών οι στάχτες.

Το παραμύθι τούτο 'δώ δεν είναι σαν τα άλλα,
δεν έχει τέλος αίσιον ούτε λόγια μεγάλα,
είναι για κάποιον δυστυχή που ζούσε σε παλάτι,
χωρίς αγάπης στεναγμό και νοστιμιάς αλάτι.
Στη σάλα του δεν τρύπωναν του ήλιου οι ακτίνες,
έφραζε τα παράθυρα με τις βαριές κουρτίνες.
Ο νούς του όλα τα θάματα χάραζε σαν νυστέρι,
μα σαν τις νύχτες μοναχός κύτταζε ένα αστέρι,
ημέρευε η φύση του, γαλήνευε το μάτι,
και τότε καταλάβαινε πως τού 'λειπε το κάτι.
"Αυτό το αστέρι" σκέφτηκε, "πρέπει να γίνει κτήμα μου,
να φέγγει όπου περπατά η σκέψη και το βήμα μου".
Έτσι στον κήπο του έπλεξε κι άπλωσε ένα δίχτυ,
και λόγια γλυκά λέει του αστεριού σαν έρθει μεσονύχτι.
Το αστεράκι ντροπαλό, διστάζει και φοβάται
μήπως δεν έχει σύννεφα τη μέρα να κοιμάται.
Όμως τα λόγια ήταν γλυκά, σαν νέκταρ και σαν μέλι,
κι είδε απ' τον ύπνο πιότερο τον έρωτα να θέλει.
"Πατέρα, Μεγάλε Ουρανέ, λυπήσου με την κόρη
κι ασε στης γης να κατεβώ τους κάμπους και τα όρη,
μαζί σου είναι υπέροχα πάντα θα σε θυμάμαι,
μα θέλω ανθρώπου αγκαλιά να έχω να κοιμάμαι",
είπε τ' αστέρι κι ο Ουρανός, βροντάει και αστράφτει,
ξέρει ότι τον έρωτα κανείς δεν κάνει ζάφτι.
Της φύσης όμως δεν είν' γραφτό, άνθρωπος με αστέρι,
ο ένας σάρκα και οστά κι ο άλλος φωτιάς μαχαίρι.
"Πρόσεξε κόρη, πρόσεξε, δεν είν' αυτό παιχνίδι,
μιλά σου ο Πατέρας Ουρανός που σ' αγαπάει ήδη,
είσαι φωτιά και με φωτιά θε να μου γίνεις στάχτη,
η ζάλη επικίνδυνη στου έρωτα το αδράχτι".
"Φεύγω Πατέρα μου καλέ, κρατάω την ευχή σου,
σαν δεις την ευτυχία μου θα σβήσει η ταραχή σου".
Ανοίγει χέρια ο άνθρωπος, τεράστια αγκαλιά
να κλείσει το αστεράκι του, να έρθει η Πασχαλιά,
να γίνει αδελφός το φως και η ζωή τραγούδι
να κελαδήσουν τα πουλιά, ν' ανθίσει το λουλούδι.

Το αστεράκι όμως μετάνιωσε και δεν ήρθε ποτέ.
Κάποιοι έζησαν καλά, κάποιοι καθόλου,
κάποιοι κάηκαν στην φωτιά των αστεριών,
κάποιοι έγιναν αγάλματα με τα χέρια τεντωμένα,
σαν να θέλουν να στραγγαλίσουν τον Ουρανό,
που δεν αλλάζει την τυραννική νομοτέλεια για να ευτυχήσουν
οι άνθρωποι.

[/8ea]
 
Τελευταία επεξεργασία:

DeletedUser616

Guest
Μα τι είναι ο έρωτας λοιπόν;
Εικόνα απ’ το παρελθόν;
Ή μήπως ένα σημάδι,
Παρέα για ένα βράδυ;
Που κρύβεται η αγάπη;
Σε ποιο άδειο ντουλάπι;
Όλοι μιλάνε για ένα φως
Αλλά που να τό βρεις, πως;
Κλείνεις τα μάτια
Τα δάκρυα κομμάτια
Δεν μιλάς
Μόνο πονάς
Κι όμως χαμογελάς
Πάλι καρδιοχτυπάς
Θα ‘ρθει, σου λέει μια φωνή
Είναι μια θέση αδειανή
Το άλλο μισό που λείπει
Να πάρει αυτή τη λύπη
Πέτα τα μαύρα
Άλλαξε αύρα
Δες τι είσαι
Και μην προσποιείσαι
 

8EAGENHS

Forum Leader
[8ea]Ο έρωτας είναι σημάδι, τραχύ
Εικόνα τέλους που σημαίνει την αρχή
Σύντροφος καλός για να σου κλέβει την χαρά
όταν η αγάπη δεν κάνει έναν παρά
Η σκοτεινιά κι η σιωπή
με δάκρυα δεν φεύγουν
ο πόνος μένει σταθερός
και γίνεται πιο σθεναρός
σου κόβει αισθήσεις και φωνή
σου καίει την αύρα
τα βλέπεις μαύρα
κι αν δεν μπορείς την ποίηση,
καλή τροφή η προσποίηση...
[/8ea]
 

8EAGENHS

Forum Leader
[8ea]Βασιλεύς εκ παραδρομής

Μεταποιήσεις ενδυμάτων λες,
μάζεύω τα κουρέλια της καρδιάς μου
και σου τα παραδίδω
κι εσύ τα φτιάχνεις ένδυμα βασιλικό
και μ' αυτό με ντύνεις
και με στέφεις με την καρδιά σου
και σκήπτρο μου δίνεις να κρατώ
το χρυσό χαμόγελό σου.
Και περιμένω στον απρόσιτο θρόνο μου,
βασιλεύς αναποφάσιστος,
να οσφρίζομαι τα άνθη λεμονιάς
και να αδημονώ για την αγία σου έλευση,
μα αργείς -ή μπορεί εγώ να βιάζομαι.
Ένας βασιλεύς που την πορφύρα αγνοεί
και στέκει γυμνός
μπροστά σε έρωτα υπερβατικό,
μόνο να σκέφτεται και να ονειρεύεται
και να ζει γιατί ζεις μέσα του.
Μάτια, χέρια, πόδια, χείλη άχρηστα,
τι να αγκαλιάσω με τα μάτια;
τι να χαϊδέψω με τα χέρια;
προς ποιον να τρέξω και πού;
ποιον να φιλήσω να υγραθούν τα χείλη;
Μόνος σαν μιλώ, ξέρω ότι μ' ακούς
μου το επιβεβαιώνει ο αντίλαλος της ανάσας σου
που συναρμολογεί τους πόθους μου,
με αγγίζει η ανατριχίλα τότε
και με συγκλονίζει ο ψίθυρός σου:
"θα έρθω αγάπη μου, σύντομα θα έρθω". [/8ea]
 

8EAGENHS

Forum Leader
[8ea]Μάρτης και κύττα!
τα πρώτα λουλούδια της άνοιξης,
θυμάσαι τότε που ερχόσουν από παιδούλα
στα όνειρά μου
και σου στόλιζα με χίλια χρώματα
τους μεταξένιους καταρράκτες σου;
Μου χάριζες ζεστά χαμόγελα
στην τότε παγωνιά
και ήσουν από πάντα μαζί μου.
Μάρτης και πάλι
και στο ίδιο δρομάκι,
τα ίδια λουλουδάκια,
πολύχρωμα, ζωηρά, αναστημένα.
Τόσα χρόνια μέσα στα όνειρά μου,
κάθε Μάρτη μέσα στις ελπίδες μου να ζεις
και περνούν τα χρόνια
κι εγώ ακόμη σου στολίζω τα μαλλιά,
και πάντα μόνο μέσα στα όνειρά μου.
Μάρτης και πάλι.[/8ea]
 

8EAGENHS

Forum Leader
[8ea]Μικρές αναστατωμένες θάλασσες
που οδηγούν τα βήματα της επόμενης αγάπης,
ανάμεσα από φως κεριών
που τις φλόγες τους δεν ενοχλεί
ο μανδύας της αύρας.
Ακούω τα βήματα,
βήματα αργά και σταθερά
που ίσως προσπεράσουν και δεν σταθούν.
Η επόμενή μου αγάπη
δεν θέλω να είναι η ονειρεμένη πρίγκίπισσα,
ας είναι κάτι απλό,
μα να μου μοιάζει.
Μήγαρις ξέρω αν μου αξίζει μια αγάπη;
Όμως περιφρονώ τον εαυτό μου αν δεν ελπίζω,
τον φυλακίζω στο παρελθόν.
Αγάπη παλιά και τωρινή κι εσύ που θάρθεις,
μία είσαι με πολλά πρόσωπα,
με το ίδιο σταθερό και βασανιστικό "θέλω"
αλλά εγώ δεν θέλω ν΄αλλάξω,
θέλω ν' αγαπώ όπως ξέρω.
Και τι μου αξίζει στο τέλος;
Μια άνοιξη, ένας χειμώνας;
Ό,τι και να είναι, έλα αγάπη, έλα,
μπορεί να σου αρνηθώ στην αρχή, αλλά
και πάλι θα σου ανοίξω τεράστια αγκαλιά,
έλα, μόνο έλα. [/8ea]
 

8EAGENHS

Forum Leader
[8ea]
Το λένε και Πάσχα.

Το κάθετο ρεύμα της Δημιουργίας
και το οριζόντιο ρεύμα της ζωής.
Και ιδού ο σταυρός.
Βαρύς, ματωμένος, αβάσταχτος,
αλλά πρέπει να τον σηκώσεις
και να τον πας μακριά,
μακριά όσο αντέχεις
και ξέρεις ότι αντέχεις
και ξέρεις το κέρδος σου
κι αν δεν ξέρεις τίποτε,
κάτω από το βάρος του σταυρού
θα μάθεις τα πάντα!
Πάρε στους ώμους σου τον σταυρό και περπάτησε,
κάτω από το βάρος του ισοπεδώνεται ο εγωισμός σου
και τότε μόνον αναδύεται η Αγάπη,
μια Αγάπη παγκόσμια, απρόσωπη, άσπιλη, συμπαντική.
Πρέπει να θέλεις να το κάνεις,
πρέπει να το αποφασίσεις,
δεν αρκεί μόνον να σου αρέσει η ιδέα.
Τώρα είναι η ώρα, όχι αύριο.

[/8ea]
 

8EAGENHS

Forum Leader
[8ea]Κάποτε πριν από πολλά πολλά χρόνια, τέτοιες μέρες Λαμπρής ήταν και δεν είχαμε σχολειό, η γλυκιά μου φίλη Χριστίνα επέμενε να πάμε στον κινηματογράφο να δούμε τις "Ομπρέλες του Χερβούργου". Ήμουν φίλος της μουσικής και τότε, αλλά με τα μιούζικαλ για έναν απροσδιόριστο λόγο δεν τα είχα καλά. Η Χριστινούλα επέμενε τόσο πολύ, που για να με πείσει αναγκάστηκε να προτείνει κάτι τολμηρό: "Πάμε, μου λέει, κι αν δεν σου αρέσει φεύγουμε". Έμεινα σκεπτικός για λίγο, "μα τι λέει"; σκέφτηκα, "αυτή όλην τη βδομάδα μαζεύει δραχμούλα δραχμούλα το χαρτζιλίκι της για να πάει ένα σινεμά την Κυριακή και τώρα είναι έτοιμη να το θυσιάσει στην περίπτωση που δεν μου αρέσει";
Επέμενε όχι τόσο με τα λόγια. όσο μ' εκείνο το λαμπερό βλέμμα που εκτόξευαν τα μεγάλα της λαμπερά μάτια, κοίταζε βαθιά μέσα μου και μου τρυπούσε το μυαλό, και χωρίς να μιλά, εγώ άκουγα μόνο μια λέξη "πάμε, πάμε". Κοντοστάθηκα, εγώ είχα χρήματα για "πέταμα", αλλά σκέφτηκα πως μια τέτοια μέρα, μέρα αγάπης, θα μπορούσα να κάνω ένα δώρο σ' αυτό το υπέροχο πλασματάκι και το δώρο μου θα ήταν να υπομείνω την ταινία είτε μ' αρέσει είτε όχι. Και πήγαμε.
'Εσβησαν τα φώτα και τότε πλημμύρισε την αίθουσα μια μουσική θεϊκή. Κοκκάλωσα, τέντωσα τ' αυτιά μου και ξεροκατάπινα αργά αργά σαν να πρόσεχα να μην κάνω θόρυβο. Πέρασαν λίγα λεπτά. Ούτε που κατάλαβα ότι η Χριστίνα με σκουντούσε. Την τρίτη φορά ''ξύπνησα''. Με ρώτησε αν ήθελα να φύγουμε. 'Εγνεψα ''όχι'' και βυθίστηκα ξανά στη μουσική του Michel Legrand... Πολύ συχνά από τότε, όταν πέφτει αυτή η σιγανή, ατέλειωτη βροχή, θυμάμαι εκείνα τα χρόνια, θυμάμαι τους κινηματογράφους που δεν υπάρχουν πια, θυμάμαι τους φίλους που είχα, τους φίλους που έχασα, θυμάμαι εκείνη την πρώτη φορά που είδα τις ''Ομπρέλες του Χερβούργου'' και άκουσα
The Umbrellas of Cherbourg " I Will Wait For You"

Η Χριστίνα δεν ζει πια, πάνε πολλά χρόνια που έσβησαν εκείνα τα μάτια, αλλά όταν τέτοιες μέρες βρέχει, οι στάλες της βροχής ακούγονται σαν ψίθυρος στ' αυτιά μου: "πάμε, πάμε, πάμε..."[/8ea]
 
Τελευταία επεξεργασία:
Κατάσταση
Δεν είναι ανοικτή για περαιτέρω απαντήσεις.
Κορυφή